Κυστικοί όγκοι

Εκτός από το αδενοκαρκίνωμα και τους νευροενδοκρινείς όγκους, υπάρχει και μια τρίτη ομάδα όγκων, οι κυστικοί όγκοι, οι οποίοι περιέχουν κοιλότητες γεμάτες με υγρό που καλούνται κύστεις.

Οι  κυστικές βλάβες του παγκρέατος περιγράφηκαν για πρώτη φορά το 1824 και μπορεί να είναι είτε φλεγμονώδεις είτε νεοπλασματικές. Η φυσική πορεία αυτών των κύστεων άρχισε να γίνεται πλήρως κατανοητή μόλις τα τελευταία 20 έτη.

Λόγω της αβεβαιότητας στη διάγνωση αυτών των βλαβών, είχε προταθεί η αφαίρεση όλων των παγκρεατικών κύστεων ως ρουτίνα. Οι πρόσφατες μελέτες οδήγησαν στην άποψη που υποστηρίζει ότι λόγω της βελτίωσης των απεικονιστικών τεχνικών, είναι δυνατή η ανεύρεση της ομάδας των ασθενών με εξαιρετικά χαμηλό κίνδυνο κακοήθειας οι οποίοι θα τεθούν σε παρακολούθηση χωρίς να αντιμετωπιστούν επεμβατικά.

Η συχνότητα των παγκρεατικών κυστικών βλαβών είναι αξιοσημείωτη. Σε νεκροτομές, 73 στις 300 περιπτώσεις (24,3%) έχουν ευρήματα νεοπλασματικής κυστικής βλάβης. Η συχνότητα των κύστεων αυξάνει με την ηλικία.

Διακρίνονται σε τέσσερις μεγάλες κατηγορίες:

  1. τα βλεννώδη κυστικά νεοπλάσματα
  2. τα ορώδη κυσταδενώματα
  3. τα ενδοπορικά θηλώδη-βλεννώδη νεοπλάσματα (IPMT, IPMN)
  4. τα σπανιότερα κυστικά νεοπλάσματα (όπως ο θηλώδης κυστικός όγκος).

Δείτε αναλυτικά για τα κυστικά νεοπλάσματα:

Bλεννώδες κυστικό νεόπλασμα

Οι βλεννώδεις κυστικοί όγκοι εξορμούνται από βλεννοπαραγωγά κύτταρα τα οποία σχηματίζουν κύστεις. Σε αντίθεση με τα ΙΡΜΝ εμφανίζονται κυρίως σε γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση.  Εντοπίζονται συνήθως στην ουρά του παγκρέατος και σπανίως είναι πολυεστιακά. Χαρακτηρίζονται από ιστολογικά στοιχεία παρόμοια με αυτά των ωοθηκών. Τα ΜCN μπορεί να είναι καλοήθη (βλεννώδες κυσταδένωμα) ή να περιέχουν άτυπα κακοήθη κύτταρα. Αυτά τα κύτταρα μπορούν να εξελιχθούν σε κακοήθεις όγκους (βλεννώδη κυσταδενοκαρκινώματα), των οποίων η θεραπεία εκλογής είναι η χειρουργική εκτομή.

Ορώδες κυσταδένωμα

Οι ορώδεις κυστικοί όγκοι προέρχονται από μη βλεννοπαραγωγά κύτταρα του παγκρέατος. Τα ορώδη κυσταδενώματα είναι καλοήθεις όγκοι που σχηματίζουν μικρές κοιλότητες (μικροκύστεις) δίνοντας στον όγκο σπογγώδη εμφάνιση. Εξορμούνται συνήθως από την ουρά ή το σώμα του παγκρέατος και είναι πιο συχνοί στις γυναίκες. Η κακοήθης εξαλλαγή του όγκου (ορώδες κυσταδενοκαρκίνωμα) είναι εξαιρετικά σπάνια. Ελάχιστοι άρρωστοι χρειάζονται χειρουργική αφαίρεση, και μόνο όταν οι όγκοι αυτοί λόγω μεγέθους προκαλούν συμπτώματα.

Ενδοπορικό θηλώδες - βλεννώδες νεόπλασμα

Αυτός ο όγκος χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη βλεννοπαραγωγών κυττάρων, τα οποία παρουσιάζουν θηλώδη ανάπτυξη και προβάλλουν στον παγκρεατικό πόρο. Η παραγωγή βλέννης οδηγεί σε απόφραξη του πόρου και συνεπώς κυστική διάτασή του. Εμφανίζονται συνήθως σε άντρες στην 7η-8η δεκαετία και έχουν χαρακτηριστικά σημεία στην αξονική τομογραφία. Επιπρόσθετα η εκκρινόμενη από τον όγκο βλέννη αναγνωρίζεται κατά τη διάρκεια ERCP. Τα ΙΡΜΝ είναι συνήθως καλοήθεις όγκοι, αν και ορισμένοι παρουσιάζουν δυσπλασία που μπορεί να εξελιχθεί σε κακοήθεια. Πολλά ΙΡΜΝ είναι πολυεστιακά γεγονός που καθιστά την θεραπεία τους δύσκολη. Αν εντοπίζονται στον παγκρεατικό πόρο επιβάλλεται η χειρουργική αντιμετώπιση, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις εντόπισης στους δευτερεύοντες κλάδους, μπορεί απλά να παρακολουθείται η εξέλιξή τους.

Συμπαγής ψευδοθηλώδης όγκος (SPT)

Αυτός ο όγκος ανευρίσκεται συνήθως σε νεαρές γυναίκες, χωρίς ωστόσο να έχει αναγνωριστεί ακόμα από ποια κύτταρα προέρχεται. Οι κοιλότητες που ανευρίσκονται σε αυτούς τους όγκους είναι δευτεροπαθείς μετά από νέκρωση κυττάρων. Θεραπεύονται χειρουργικά και σπανίως δίνουν μεταστάσεις.

Χατζηθεόκλητος