Εάν στην εκβολή αυτή προκληθεί φλεγμονή που επεκτείνεται και στα τοιχώματα του εντέρου, τότε χαρακτηρίζεται ως εκκολπωματίτιδα. Η εκκολπωματίτιδα μπορεί να δημιυργήσει συρίγγιο μεταξύ του σιγμοειδούς και των όμορων οργάνων όπως είναι το λεπτό έντερο, η ουροδόχος κύστη και ο κόλπος, λεπτό έντερο.
Εκδηλώνεται με πόνο στην αριστερά κάτω κοιλία όπου μπορεί να γίνει ψηλαφητή και ως μάζα, με εναλλαγή στον χαρακτήρα των κενώσεων (διάρροια ή δυσκοιλιότητα), με πυρετό κ.α
Η οξεία εκκολπωματίτιδα μπορεί να οδηγήσει σε διάτρηση του τοιχώματος του εκκολπώματος. Απαιτείται η άμεση διάγνωση της νόσου με αξονική τομογραφία και η έναρξη ενδοφλέβιας αντιβίωσης. Εάν ο ασθενής δεν ανταποκριθεί σε 48 ώρες και η φλεγμονή δεν υποχωρεί ή υποτροπιάσει, είναι απολύτως αναγκαία η χειρουργική επέμβαση.
Είναι πολύ σημαντικό ο ασθενής να χειρουργηθεί πριν βρεθεί σε οξεία κατάσταση, διότι το χειρουργείο είναι πολύ ευκολότερο για τον ασθενή. Και αυτό διότι γίνεται εγκαίρως και σωστά η προετοιμασία του εντέρου και η λήψη αντιβίωσης.
Ακολούθως, αφαιρείται χειρουργικά το πάσχον τμήμα του εντέρου και ταυτόχρονα γίνεται η αναστόμωση ( επανένωση των δύο τμημάτων του εντέρου). Εάν έχει δημιουργηθεί συρίγγιο, αφαιρείται και αυτό.
Όλες οι μη επείγουσες επεμβάσεις για την αντιμετώπιση της εκκολπωματίτιδας διενεργούνται λαπαροσκοπικά με μικρές τομές, ελάχιστο πόνο και άμεση κινητοποίηση του ασθενούς.
Αντίθετα, εάν έχει προκληθεί διάτρηση του εντέρου και περιτονίτιδα, η επέμβαση περιλαμβάνει την αφαίρεση του πάσχοντος τμήματος και την αναστόμωση με προσωρινή κολοστομία . Το χειρουργείο πρέπει να επαναληφθεί σε 40 ημέρες διότι δεν προηγήθηκε κατάλληλη προετοιμασία του εντέρου.
Δεν ενδείκνυται σε όλες τις περιπτώσεις η λαπαροσκοπική χειρουργική.