Καρκίνος του παγκρέατος

Στην Ευρώπη ο παγκρεατικός καρκίνος είναι ο έβδομος σε συχνότητα καρκίνος, με αυξανόμενη τάση. Η συχνότητα νέων διαγνωσμένων περιστατικών αυξάνεται με την ηλικία, και η πλειονότητα των περιστατικών διαγιγνώσκονται άνω της ηλικίας των 65. Η αναλογία εμφάνισης σε άντρες και γυναίκες είναι περίπου η ίδια. Είναι η πέμπτη αιτία θανάτου από καρκίνο. Πάνω από το 80% των καρκίνων του παγκρέατος εμφανίζεται στην εξωκρινή μοίρα (το αδενοκαρκίνωμα είναι το πιο συχνό). Το 75% αυτών τοπογραφικά ανευρίσκεται στην κεφαλή και στον αυχένα του οργάνου.

Υπάρχει ένας μύθος για τον καρκίνο του παγκρέατος, ο οποίος, πράγματι, έχει την χειρότερη πρόβλεψη σε σχέση με άλλα όργανα. Ο μύθος αυτός – που δυστυχώς επικρατεί και στους ιατρούς, ακόμη και της χειρουργικής ειδικότητας – συμπυκνώνεται στην αντίληψη ότι ο ασθενής έτσι και αλλιώς θα πεθάνει, οπότε δεν έχει λόγο να ταλαιπωρείται με ένα χειρουργείο.

Ωστόσο, τα αποτελέσματα που παρουσιάζονται στα μεγάλα διεθνή και ελληνικά συνέδρια, διαψεύδουν το μύθο. Ο ασθενής με καρκίνο του παγκρέατος πρέπει να αντιμετωπιστεί ριζικά με χειρουργική εκτομή, διότι εάν χειρουργηθεί σωστά, έχει ένα ποσοστό επιβίωσης 5ετίας που φθάνει στο 30- 40% και αυτό επιστημονικά,  σημαίνει θεραπεία.

Παράγοντες κινδύνου

Σήμερα, δεν είναι ξεκάθαρο γιατί αναπτύσσεται ο παγκρεατικός καρκίνος. Οι περισσότερες περιπτώσεις καρκίνου του παγκρέατος (90%) θεωρούνται ότι δεν σχετίζονται με κάποιο παράγοντα κινδύνου. Παρόλα αυτά κάποιοι παράγοντες κινδύνου έχουν αναγνωριστεί. Ο παράγοντας κινδύνου αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου, αλλά δεν είναι ούτε αναγκαίος ούτε ικανός για να προκαλέσει καρκίνο.

Οι πιο κοινοί παράγοντες κινδύνου του παγκρεατικού καρκίνου είναι: τα γονίδια, το κάπνισμα, η ηλικία, η παχυσαρκία και η χρόνια παγκρεατίτιδα. Υπάρχει συσχέτιση μεταξύ του καρκίνου του παγκρέατος και του σακχαρώδη διαβήτη, ωστόσο είναι πιθανότερο ο διαβήτης, σε κάποιες περιπτώσεις, να αποτελεί πρώιμη

εκδήλωση του παγκρεατικού καρκίνου και όχι προδιαθεσικό παράγοντα. Υπάρχει η υποψία ότι ο αλκοολισμός και η υψηλή κατανάλωση κόκκινου και κατεργασμένου κρέατος συνδυάζονται με έναν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης παγκρεατικού καρκίνου, αλλά τα στοιχεία δεν είναι ισχυρά.

Συμπτώματα

Το πρώιμο στάδιο και οι προκαρκινικές  αλλοιώσεις του παγκρεατικού καρκίνου δεν προκαλούν συμπτώματα. Έτσι, η πρόωρη διάγνωση του παγκρεατικού καρκίνου είναι δύσκολη και ασυνήθης, για αυτό έχει ονομαστεί από πολλούς σιωπηλή ασθένεια γιατί δεν προκαλεί από νωρίς συμπτώματα. Μπορεί να αναπτυχθεί αρκετά πριν να προκαλέσει πίεση στην κοιλία, πόνο ή άλλα προβλήματα. Αρχικά, όταν εμφανίζονται τα συμπτώματα μπορεί να είναι τόσο αμυδρά ώστε να αγνοηθούν. Σε πολλές περιπτώσεις ο καρκίνος έχει ήδη επεκταθεί εκτός παγκρέατος τη στιγμή της διάγνωσης. Η εμφάνιση των συμπτωμάτων εξαρτάται απο τη θέση και το μέγεθος του όγκου. Αν ο όγκος φράζει το χοληδόχο πόρο, έτσι ώστε η χολή να μην μπορεί  να περάσει στο έντερο, το δέρμα και το άσπρο των ματιών μπορεί να γίνουν κίτρινα και τα ούρα σκούρα. Αυτή η κατάσταση ονομάζεται ίκτερος. Καθώς ο καρκίνος αναπτύσσεται και μεθίσταται, προκαλεί πόνο στο άνω μέρος της κοιλίας, που μερικές φορές αντανακλά προς τα πίσω. Ο καρκίνος του παγκρέατος μπορεί να προκαλέσει ναυτία, ανορεξία, απώλεια βάρους και αδυναμία.

Διάγνωση καρκίνου του παγκρέατος

Η διάγνωση του παγκρεατικού καρκίνου βασίζεται στις ακόλουθες εξετάσεις:

  1. Κλινική εξέταση
  1. Απεικονιστικός έλεγχος: Το υπερηχογράφημα κοιλίας είναι συνήθως η αρχική εξέταση όταν υπάρχει υποψία παγκρεατικού καρκίνου.

Για περαιτέρω εκτίμηση χρησιμοποιούνται ο ενδοσκοπικός υπέρηχος (EUS), η πολυτομική αξονική τομογραφία με χρήση σκιαγραφικού (MD-CT) και η μαγνητική τομογραφία (ΜRI). Η MRI με την μαγνητική χολαγγειο-παγκρεατογραφία (MRCP) έχουν την υψηλότερη ευαισθησία όχι μόνο για την ανίχνευση του παγκρεατικού καρκίνου αλλά παρέχουν επιπλέον πληροφορία για τους παγκρεατικούς και τους χοληδόχους πόρους. Το ενδοσκοπικό υπερηχογράφημα (EUS) είναι μία ενδοσκόπηση η οποία συνδυάζεται με υπερηχογράφημα ώστε να ληφθούν εικόνες από τα εσωτερικά όργανα και επιτρέπει λήψη βιοψίας ή/και κυτταρολογική εξέταση δια λεπτής βελόνας (FNA). H MRCP βοηθά στην απεικόνιση του παγκρεατικού και του χοληδόχου πόρου με μη παρεμβατικό τρόπο. Η MDCT και η MRI επιτρέπουν την εκτίμηση της διήθησης των αγγείων και της μετάστασης (π.χ. λεμφαδένες, ήπαρ, περιτοναϊκή κοιλότητα).

Η Ενδοσκοπική Παλίνδρομη Χολαγγειο – Παγκρεατογραφία (ΕRCP) είναι μια εξέταση κατά την οποία ένα ενδοσκόπιο χρησιμοποιείται για να φτάσει το ανώτερο μέρος του πεπτικού συστήματος, έως το πρώτο τμήμα του λεπτού εντέρου. Ο σκοπός της είναι να άρει την απόφραξη του χοληδόχου πόρου από τον παγκρεατικό όγκο. Παρόλα αυτά, σε προεγχειρητική περίοδο, η ERCP και η τοποθέτηση ενδοπρόσθεσης (stent) στα χοληφόρα θα πρέπει να πραγματοποιείται μόνο εάν το χειρουργείο δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί ταχέως.

  1. Εργαστηριακές εξετάσεις: Το CA 19.9 είναι ένας υδατάνθρακας ο οποίος παράγεται από τα καρκινικά κύτταρα του παγκρέατος, βρίσκεται στο αίμα και μπορεί να μετρηθεί από ένα δείγμα αίματος. Τα επίπεδα του CA 19.9 στο αίμα δεν είναι πολύ χρήσιμα για τη διάγνωση αλλά είναι συχνά ως σημείο αναφοράς ώστε να ελέγχεται η ανταπόκριση στη θεραπεία και η παρακολούθηση.
  1. Ιστοπαθολογική εξέταση: Είναι η εργαστηριακή εξέταση των κυττάρων του όγκου τα οποία λαμβάνονται από ένα δείγμα του όγκου (βιοψία). Αυτή η εξέταση πραγματοποιείται από έναν παθολογοανατόμο ο οποίος θα επιβεβαιώσει τη διάγνωση του παγκρεατικού καρκίνου και θα δώσει περισσότερες πληροφορίες για τα χαρακτηριστικά του όγκου. Είναι υποχρεωτική σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ο όγκος δεν μπορεί να αφαιρεθεί χειρουργικά ή όταν προγραμματίζεται άλλη θεραπεία πριν το χειρουργείο. Υπάρχουν 2 τρόποι για να ληφθεί ένα δείγμα του όγκου:
  2. Η βιοψία διά λεπτής βελόνας είναι μία διαδικασία κατά την οποία ο γιατρός εισάγει μία λεπτή βελόνα είτε διαμέσου του δέρματος στο πάγκρεας με τη καθοδήγηση αξονικής τομογραφίας, ή απευθείας στο πάγκρεας μέσω του ενδοσκοπίου χρησιμοποιώντας τον ενδοσκοπικό υπέρηχο.

Οι γιατροί χρησιμοποιούν τη λαπαροσκόπηση (μερικές φορές ονομάζεται χειρουργική της κλειδαρότρυπας) σαν τρόπο για να παρατηρήσουν και να αφαιρέσουν ένα κομμάτι από το πάγκρεας (βιοψία